Διαχείριση Κινδύνου
Παραδοσιακά τα κριτήρια επιτυχίας της επιχειρηματικής δράσης ήταν το επίπεδο των κερδών. Σήμερα το πλαίσιο είναι πιο σύνθετο αλλά και με μεγαλύτερη ακρίβεια. Η προσοχή επικεντρώνεται στην απόδοση σταθμισμένη με το επίπεδο του αναλαμβανόμενου ρίσκου για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Η επέκταση χωρίς επαρκείς μηχανισμούς προστασίας και ασφάλειας δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Η διαχείριση των κινδύνων μπορεί να μετατρέψει τη μεγέθυνση σε διατηρήσιμη ανάπτυξη. Και αυτός ο στόχος είναι στόχος βιωσιμότητας.
Επιπλέον, έχει γίνει κατανοητός ο διαχωρισμός ανάμεσα στο ρίσκο και τον κίνδυνο. Το ρίσκο αναλαμβάνεται «αυτοβούλως» – με υπολογισμό πιθανών ζημιών. Ο κίνδυνος θεωρείται «ετεροπαθής» και δεν αποτελεί επιλογή. Η επιχείρηση θα πρέπει μέσα από μια συνεπή και συνεχή διαδικασία να αναγνωρίζει, αξιολογεί, αντιμετωπίζει, παρακολουθεί και επανεξετάζει τους κινδύνους με τους οποίους έρχεται σε επαφή. Οι εκπλήξεις θα πρέπει να περιορίζονται!
Από την άλλη βέβαια η διαδικασία διαχείρισης κινδύνου και η αντιμετώπισή του στην ουσία συνιστά αγορά ασφάλειας και λογικό είναι να συνεπάγεται αύξηση του κόστους. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν αυτός ο συνδυασμός είναι ο βέλτιστος. Αν η αύξηση του κόστους ή των κερδών των επενδύσεων είναι απροκατάληπτα σταθμισμένη με το αναλαμβανόμενο ρίσκο, στο πλαίσιο των συγκεκριμένων ορίων που θέτει η επιχείρηση ή ο επενδυτής.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι πρέπει να αποφεύγεται το ρίσκο. Η διάθεση για την ανάληψή του είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για την εξέλιξη και τη δημιουργία νέων δραστηριοτήτων αλλά και επιχειρήσεων.
Η P&I που τοποθετείται στον πυρήνα των αναπτυξιακών δράσεων των επιχειρήσεων μπορεί να διαμορφώσει πλαίσιο διαχείρισης κινδύνου πιστωτικού, αγοράς, λειτουργικό, επιχειρηματικό και φήμης για συγκεκριμένες λειτουργίες αλλά και ολόκληρη την επιχείρηση.